Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ δυο χιλιάρικα

Γιώργο Μαργαρίτη ακούω από παλιά, ενώ τον έχω δει live κάμποσες φορές (αρχής γενομένης από τα μέσα του ’80). Κατά καιρούς τσιμπάω και διάφορα δισκάκια του, LP ή CD, αφού πάντα θα βρεις σ’ αυτά κάποια καλά, ή και πολύ καλά, λαϊκά. Ο Μαργαρίτης είναι ένας τραγουδιστής με σαφή προσωπική αύρα, σφραγίζοντας βαθιά ό,τι τραγουδάει· κι επειδή είναι από ’κείνους που καταλαβαίνουν τι ακριβώς αποδίδουν, οι ερμηνείες του είναι βιωματικές. Αυτό περνάει στον κόσμο, ο οποίος ανταποκρίνεται ασμένως. Τα ζεϊμπέκικα π.χ. του Μαγκάρετ μοιάζουν πολλάκις με μιαν ιδιότυπη λατρεία στον Απόλλωνα. Έχουν ένα βαρύ, κάπως σκοτεινό κλίμα που ενίοτε οδηγεί σε… ακρότητες και το οποίο (κλίμα) περνάει ακόμη και στους δεύτερους ή και τους τρίτους τραγουδιστές μ’ έναν τρόπο υποδόριο. Κάποτε στον Γάσπαρη, στην Αμαλιάδα, λίγο έλειψε να καούμε, όταν η πίστα είχε μετατραπεί σε καζάνι της Κολάσεως.Τα «Κεχριμπαρένια Μάτια» [MINOS-EMI] κυκλοφόρησαν το 2000· κάτι μήνες πριν μας σπρώξει ο Κινέζος στο ευρώ, που μας έκλεισε το σπίτι (το ευρώ). Στην country φωτογραφία του εξωφύλλου ο Μαργαρίτης α λα George Strait ή Alan Jackson, ή… ή… ή…, με το… πεντάλιτρο Beaver Brand στο κεφάλι και εντός ποικίλα λαϊκά σε μουσικές του ιδίου, του Θοδωρή Καμπουρίδη, του Κυριάκου Παπαδόπουλου, βασισμένα στους στίχους του Ηλία Φιλίππου, του Μάρκου Κοντοπίδη… Κάποια κομμάτια ξεχώριζαν αμέσως, με πρώτο ανάμεσά τους το ωραίο ζεϊμπέκικο «Δυο χιλιάρικα στην τσέπη» σε μουσική του Δημήτρη Κορδατζή και λόγια του Βασίλη Παπαδόπουλου. Το τραγούδι, προϊόν της πένας ένας top λαϊκού στιχουργού (ένα θα πω, ο Παπαδόπουλος έχει γράψει το «Μια ζωή μέσα στους δρόμους και στις νύχτες...»), μπορεί να είναι χάρμα, αλλά δεν πήγε μακριά στο χρόνο (παρότι δεν ξεχάστηκε ποτέ στα λαϊκά μπαρ της περιφέρειας). Κακόπεσε με την είσοδο στο ευρώ (Ιανουάριος 2001), αλλά μπορεί και να ξαναπάρει τα πάνω του άμα τη εξόδω…

4 σχόλια:

  1. Ιστοριούλα που διηγήθηκε ηχολήπτης...
    Ρόκος και Μαργαρίτης λοιπόν, εμφανίζονται μαζί και κάνουν soundcheck. Πρώτα είναι ο Ρόκος και τους έχει πεθάνει όλους. Έλεγξε και την τελευταία λεπτομέρια. Τους είχε όλους 2 ώρες στο τρέξιμο. Απιβδισμένος ο ηχολήπτης αναρωτιέται πόση ώρα θα τους κρατήσει ο Μαργαρίτης που είναι και πρώτο όνομα...
    Μέσα σε 5 λεπτά είχαν τελειώσει.

    Αλέξανδρος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τέχνη και τεχνική πρέπει να συνδυάζονται σωστά, ώστε να έχεις το καλύτερο αποτέλεσμα. Βεβαίως, όταν η τέχνη απουσιάζει η τεχνική… κλαίει τη μοίρα της.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κύριε Τρούσα, μου χτυπήσατε φλέβα, με μια πολύ αγαπημένη μου ατόφια λαϊκή φωνή, που παρακολουθώ, ανελλιπώς, από τις αρχές του'80, τόσο δισκογραφικά, αλλά, αρκετά και στα live του. Είχα την τιμή να τα πούμε κι από κοντά,μια φορά, στα πλαίσια μιας συνέντευξης που του πήρα.
    Δυο σοκ έχω πάθει στη ζωή μου(όσον αφορά το τραγούδι) - μια κι είμαι λάτρης του λαϊκού κι ιδιαιτέρως του βαρύ παραπονιάρικου λαϊκού : όταν πέθανε ο Διονυσίου κι όταν πέθανε ο Καζαντζίδης.
    Να επισημάνω, προς ακρόαση, κι άλλα δυο τραγούδια, από τον συγκεκριμένο δίσκο :"Δίκοπη αγάπη"(Στέφανος Κυπριώτης - Νίκος Βαξαβανέλης) & "Του έρωτα η μηχανή"(Γιώργος Καφετζόπουλος - Ηλίας Φιλίππου), ορίτζιναλ "μαργαριτικά"!
    Θεωρώ ότι ο Μαργαρίτης είναι ο τελευταίος μεγάλος αυθεντικός λαϊκός τραγουδιστής μας.Είναι όμως, πλέον, 65 χρονών.
    Μετά τι γίνεται; Ειδικά, για εμάς, που είμαστε χαρμάνηδες με το λαϊκό και το βαρύ λαϊκό;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Γεια σου Τάσο. Ο Μαργαρίτης έχει το χάρισμα της απολύτου ερμηνευτικής ειλικρίνειας, αλλά και μία κάπως «επαρχιώτικη» διαχείριση της καριέρας του, αρχαϊκή σχεδόν, που εγώ τουλάχιστον τη βρίσκω πολύ ελκυστική. Δεν μου έδωσε ποτέ την αίσθηση του επαγγελματία, του ανθρώπου δηλαδή που θα έλεγε κάποιο τραγούδι – «μεγάλο» ίσως – δίχως να το αντιλαμβάνεται. Τραγουδάει μόνον ό,τι νοιώθει και περνάει από μέσα του (πράγμα που έπραττε κατά κόρον ο Καζαντζίδης, αλλά και ο Διονυσίου) και υπ’ αυτήν την έννοια είναι ένας γνήσιος λαϊκός ερμηνευτής. Δεν ξέρω αν είναι ο τελευταίος. Πάντως, σίγουρα, τα καλούπια λιγόστεψαν, επειδή οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες άλλαξαν εν τω μεταξύ, με το τραγούδι του «μεσαίου χώρου» να παίρνει κεφάλι και το λεγόμενο «λαϊκό» να κλείνει το μάτι του στο άσμα της κουλτούρας (ή της ψευτο-κουλτούρας). Όλα τούτα πριν την εποχή της… βαυαρικής, ου μην και βαρβαρικής «αντιβασιλείας». Καθότι μετά τίποτα δε θα είναι ίδιο. Ούτε στο τραγούδι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή