Τρίτη 3 Οκτωβρίου 2017

PAUL JONES ένα νέο όνομα στο τζαζ κύκλωμα

Ο Paul Jones είναι τενορίστας και ανερχόμενος, πολύ ανερχόμενος, εξ όσων διαβάζω, στο jazz circuit της Νέας Υόρκης. Μαγκιά του. Το Clean [Outside in Music, 2017] είναι μόλις το δεύτερο προσωπικό CD του κι εκείνο που λογικώς θα τον πάει ακόμη πιο μπροστά. Εντάξει, είναι νωρίς να μιλήσουμε για… ένα ταλέντο που θ’ αφήσει εποχή, όμως είναι φανερό από το “Clean” πως οι συνθετικές, πρώτα-πρώτα, δυνατότητες δεν απολείπουν από τον νεαρό μουσικό, κάτι, και κατ’ αρχάς, όχι αυτονόητο.
Για το “Clean” ο Jones, λέει, πως είχε ως φάρο το προπέρσινο επιτυχημένο “To Pimp A Butterfly” του Kendrick Lamar και πως ήθελε να κάνει ένα τζαζ άλμπουμ με τον τρόπο του Lamar, που να λέει κάποια ιστορία από την αρχή έως το τέλος. Ok. Διαλέγει λοιπόν μιαν… ιδέα γιγαντισμού και πάνω από ’κει προσπαθεί να ρίξει «άκρες» και να πιαστεί από διάφορα. Ο γιγαντισμός δεν αφορά μόνο στη διάρκεια του CD, που ξεπερνά την μιαν ώρα (δεν είναι δα και κάτι πρωτόφαντο αυτό), αλλά και σ’ αυτήν καθ’ αυτήν την ομάδα που δουλεύει για τον Jones και η οποία αποτελείται από ένα βασικό σεξτέτο (Alex LoRe άλτο, Matt Davis κιθάρα, Glenn Zaleski πιάνο, Johannes Felscher μπάσο, Jimmy Macbride ντραμς), συν κλαρινέτο, όμποε, μπασούν, τσέλο, συν το SNAP Saxophone Quartet (σοπράνο, άλτο, τενόρο, βαρύτονο), συν τις Righteous Girls (φλάουτο, πιάνο). Η ικανότητα του Jones να ενσωματώνει στο “Clean” όλον αυτό τον κόσμο είναι ένα πρώτο «συν», όπως και να το κάνουμε – υπό την έννοια πως το «πράγμα» είναι σωστά κατανεμημένο, δίχως να σου δημιουργείται η αίσθηση πως αυτό που ακούς κάπου «χάνει» κ.λπ. Και τούτο παρά το γεγονός πως ο Lamar δεν είναι η μοναδική επιρροή του Jones, αφού το… τετράδιό του συμπληρώνεται, κατά τα λεγόμενά του πάντα, από τους Philip Glass και Steve Reich.
Τέλος πάντων και για να είμαι δίκαιος (όσο μπορώ περισσότερο) λίγα πράγματα απ’ αυτά που υποστηρίζει ο ίδιος ο Jones είναι φανερά στο “Clean” αμέσως και δια γυμνού οφθαλμού. Στην πράξη ψάχνεις να βρεις τόσο την ιστορία (υπάρχουν διάφορες μικροϊστορίες πίσω από τα tracks, που δεν κάνουν πάντως μια μεγάλη), όσο και τις επιμέρους επιρροές/ αναφορές. Και αυτό όχι απλώς είναι καλό, είναι και κάτι παραπάνω από καλό – πράγμα που δείχνει το ταλέντο αυτού του παίκτη και τις δυνατότητές του, που λογικά θα τις αποδείξει και στο επόμενο διάστημα.
Κατά τα λοιπά εδώ υπάρχει πολύ καλή jazz, διαρθρωμένη μέσα από σύνθετες ενορχηστρωτικές τεχνικές και προσεγγίσεις, με εξ ίσου δεξιοτεχνικά σόλι και δυνατό ομαδικό παίξιμο. Μέρη για αυτοσχεδιασμούς οπωσδήποτε υπάρχουν, αλλά είναι όλα τόσο μελετημένα και καταγραμμένα στο χαρτί, ώστε τελικώς εκείνο που μένει είναι η ακεραιότητα και μόνον τούτου του νεαρού σαξοφωνίστα και συνθέτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου